- ἀλαλάζον
- ἀλαλάζωraise the war-crypres part act masc voc sgἀλαλάζωraise the war-crypres part act neut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀλάλαζον — ἀ̱λάλαζον , ἀλαλάζω raise the war cry imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἀ̱λάλαζον , ἀλαλάζω raise the war cry imperf ind act 1st sg (doric aeolic) ἀλαλάζω raise the war cry imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) ἀλαλάζω raise the war cry imperf … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Im Anfang war das Wort — Epsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ … Deutsch Wikipedia
In vino veritas — Epsilon Inhaltsverzeichnis 1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ … Deutsch Wikipedia
Liste geflügelter Worte/M — Geflügelte Worte A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Y Z Inhaltsverzeichnis … Deutsch Wikipedia
Liste griechischer Phrasen/Epsilon — Epsilon Inhaltsverzeichnis … Deutsch Wikipedia
Mehr Demokratie wagen — Geflügelte Worte A B C D E F G H I J K L M N O … Deutsch Wikipedia
αλαλάζω — (Α ἀλαλάζω) φωνάζω δυνατά και με ενθουσιασμό, κραυγάζω αρχ. 1. βγάζω πολεμική κραυγή κατά την έναρξη τής μάχης 2. φωνάζω από πόνο ή θλίψη 3. ηχώ δυνατά. Στην Π. και Κ. Διαθήκη δοξολογώ («ἀλαλάξατε τῷ Κυρίῳ πᾱσα ἡ γῆ») και κροτώ, κουρταλίζω… … Dictionary of Greek
κύμβαλο — Κρουστό μουσικό όργανο. Είναι κατασκευασμένο από μέταλλο (συνήθως κράματα ορειχάλκου) και έχει κυκλικό, επίπεδο και πολλές φορές κοίλο σχήμα. Ο ήχος προκύπτει από την κρούση του είτε με κάποιο άλλο κ. είτε με κάποιο όργανο κρούσης (μπαγκέτα,… … Dictionary of Greek